διαφώνων

διαφώνων
διάφωνος
discordant
masc/fem/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • διαφωνῶν — διαφωνέω to be a discord pres part act masc nom sg (attic epic doric) διαφωνέω to be a discord pres part act masc nom sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγχορδία — (Μουσ.). Συνήχηση τριών τουλάχιστον ήχων με διαφορετικό τονικό ύψος. Η δομή της σ. και οι σχέσεις της με άλλους ήχους ρυθμίζονται από την αρμονία, που είναι η γραμματική της μουσικής και μελετά τη φύση και τους διάφορους συνδυασμούς σ.: μείζονων… …   Dictionary of Greek

  • ԵՐԿՑԵՂԵԱԼ — ( ) NBH 1 0703 Chronological Sequence: 7c Նոյն ընդ վ. (=ԵՐԿՑԵՂ) Տարաձայնեալ. διαφώνων *Յամենայն տեղիս երկցեղեալք. Սոկր. ՟Ա. 8 …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”